Ναυάγιο στα ουκρανικά

Μετάφραση: ναυάγιο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кораблекрушение, корабельна аварія, корабельну, корабельну аварію, аварію корабля
Ναυάγιο στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ναυάγιο

ναυάγιο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ναυάγιο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ναρκωμένος στα ουκρανικά - бездіяльний, заціпенілий, апатичний, онімілий, зніміла, знімілий
  • ναρκωτικό στα ουκρανικά - допінг, наркотик, наркотичний, медикамент, ліки, засіб
  • ναυαγοσώστης στα ουκρανικά - рятувальник, рятівник, спасатель, Спаситель
  • ναυαγώ στα ουκρανικά - впасти, упасти, засновник, осідати, фундатор, викидати, викидатиме
Τυχαίες λέξεις
Ναυάγιο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кораблекрушение, корабельна аварія, корабельну, корабельну аварію, аварію корабля