Πειθαναγκάζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: πειθαναγκάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пад прымусам, па прымусу, па прымусе, прымусам, па прымушэнні
Πειθαναγκάζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειθαναγκάζω

πειθαναγκάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πειθαναγκάζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • πεθαμένος στα λευκορωσικά - мёртвых
  • πειθήνιος στα λευκορωσικά - паслухмяны, паслухмяная, пакорлівы
  • πειθαρχία στα λευκορωσικά - дысцыпліна, дысцыпліны
  • πειθαρχικός στα λευκορωσικά - дысцыплінарны, дысцыплінарная
Τυχαίες λέξεις
Πειθαναγκάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пад прымусам, па прымусу, па прымусе, прымусам, па прымушэнні