Πειθαναγκάζω στα σουηδικά

Μετάφραση: πειθαναγκάζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tvingad, tvingas, tvingade, tvingats, tvingat
Πειθαναγκάζω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειθαναγκάζω

πειθαναγκάζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, πειθαναγκάζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • πεθαμένος στα σουηδικά - absolut, död, döda, dött, dead
  • πειθήνιος στα σουηδικά - lydig, fogliga, foglig, läraktig, läraktiga, docile
  • πειθαρχία στα σουηδικά - tukt, disciplin, disciplinen, ämne
  • πειθαρχικός στα σουηδικά - disciplinära, disciplin, disciplinär, vetenskapligt, disciplinärt
Τυχαίες λέξεις
Πειθαναγκάζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: tvingad, tvingas, tvingade, tvingats, tvingat