Πειθαναγκάζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: πειθαναγκάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
verčiamas, verčiami, Priverstinis, daromas spaudimas, privertimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειθαναγκάζω
πειθαναγκάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πειθαναγκάζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πεθαμένος στα λιθουανικά - miręs, negyvas, numirusių, mirusiųjų, mirę
- πειθήνιος στα λιθουανικά - supratingas, paklusnus, paklusnūs, klusnūs, paklusni
- πειθαρχία στα λιθουανικά - drausmė, disciplina, drausmės, disciplinos, drausmę
- πειθαρχικός στα λιθουανικά - drausminė, drausminės, drausminę, drausminio, drausminių
Τυχαίες λέξεις
Πειθαναγκάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: verčiamas, verčiami, Priverstinis, daromas spaudimas, privertimas
Μεταφράσεις: verčiamas, verčiami, Priverstinis, daromas spaudimas, privertimas