Προσαύξηση στα λευκορωσικά

Μετάφραση: προσαύξηση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
даплата
Προσαύξηση στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσαύξηση

προσαύξηση κυριακής, προσαύξηση δώρου πάσχα, προσαύξηση σύνταξης λόγω οικογενειακών βαρών, προσαύξηση νυχτερινής εργασίας, προσαύξηση φπα 2014, προσαύξηση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, προσαύξηση στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • προσαρμογή στα λευκορωσικά - рэгуляванне, рэгулявання, рэгуліроўка, рэгулёўка, аўтамат рэгулявання
  • προσαρμόζω στα λευκορωσικά - рэгуляваць
  • προσβάλλομαι στα λευκορωσικά - пакрыўдзіцца, абразіцца, абурыцца
  • προσβάλλω στα λευκορωσικά - лёгкi, тонкi, абражаць, зневажаць, зьневажаць, абражалі, паганіць
Τυχαίες λέξεις
Προσαύξηση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: даплата