Προσαύξηση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: προσαύξηση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
доплата, товар, дополнителен товар, доплата за, начитам
Προσαύξηση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσαύξηση

προσαύξηση κυριακής, προσαύξηση δώρου πάσχα, προσαύξηση σύνταξης λόγω οικογενειακών βαρών, προσαύξηση νυχτερινής εργασίας, προσαύξηση φπα 2014, προσαύξηση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, προσαύξηση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • προσαρμογή στα σλαβομακεδονικά - прилагодување, приспособување, усогласување, прилагодување на, подесување
  • προσαρμόζω στα σλαβομακεδονικά - запченик, прилагодување, се прилагоди, прилагоди, прилагодат, прилагодите
  • προσβάλλομαι στα σλαβομακεδονικά - докачам
  • προσβάλλω στα σλαβομακεδονικά - навреди, навредуваат, навредува, навредат, се навреди
Τυχαίες λέξεις
Προσαύξηση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: доплата, товар, дополнителен товар, доплата за, начитам