Πρόσοδος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πρόσοδος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ануітэт
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσοδος
έγγεια πρόσοδος, πρόσοδοσ συνωνυμα, πρόσοδος βικιπαιδεια, ισόβια πρόσοδοσ, έγγειος πρόσοδος, πρόσοδος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πρόσοδος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πρόσληψη στα λευκορωσικά - занятасць, занятасьць
- πρόσμειξη στα λευκορωσικά - прымешка, дамесак, прымешку, дамешку, прымесь
- πρόσοψη στα λευκορωσικά - перад, лоб, чало, фасад
- πρόστιμο στα λευκορωσικά - згубiць, добра, хорошо
Τυχαίες λέξεις
Πρόσοδος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ануітэт
Μεταφράσεις: ануітэт