Πυροδότηση στα λευκορωσικά

Μετάφραση: πυροδότηση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стральба, страляніна
Πυροδότηση στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυροδότηση

πυροδότηση συνώνυμο, πυροδότηση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πυροδότηση στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • πυροβολώ στα λευκορωσικά - полымя, штурхаць, агонь, цягнуць, страляць
  • πυροβόλησα στα λευκορωσικά - страляць
  • πυροσβέστης στα λευκορωσικά - апальшчык, пажарны, пажарнік
  • πυρόξανθος στα λευκορωσικά - залаціста
Τυχαίες λέξεις
Πυροδότηση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: стральба, страляніна