Πυροδότηση στα ρουμανικά

Μετάφραση: πυροδότηση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
aprindere, foc, ardere, de ardere, tragere
Πυροδότηση στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυροδότηση

πυροδότηση συνώνυμο, πυροδότηση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, πυροδότηση στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • πυροβολώ στα ρουμανικά - foc, concedia, trage, a trage, fotografia, trage cu, trage în
  • πυροβόλησα στα ρουμανικά - trage, a trage, fotografia, trage cu, trage în
  • πυροσβέστης στα ρουμανικά - pompier, pompieri, de pompier, de pompieri, pompierului
  • πυρόξανθος στα ρουμανικά - castaniu, Auburn, roscat, roșcat, castanie
Τυχαίες λέξεις
Πυροδότηση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: aprindere, foc, ardere, de ardere, tragere