Πυροδότηση στα σλοβενικά

Μετάφραση: πυροδότηση, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Kurjenje, streljanje, žganjem, strelno, razstreljevanje
Πυροδότηση στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυροδότηση

πυροδότηση συνώνυμο, πυροδότηση λεξικό γλώσσας σλοβενικά, πυροδότηση στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • πυροβολώ στα σλοβενικά - ogenj, rána, požár, požární, ustrelil, streljanje, ustreli, ...
  • πυροβόλησα στα σλοβενικά - rána, ustrelil, streljanje, ustreli, ustreliti, streljati
  • πυροσβέστης στα σλοβενικά - gasilec, firefighter, gasilca, Vatrogasac, gasilska
  • πυρόξανθος στα σλοβενικά - auburn, kostanjeva, Crvenkastosmeđ, Kestenjast, Aubum
Τυχαίες λέξεις
Πυροδότηση στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: Kurjenje, streljanje, žganjem, strelno, razstreljevanje