Ρήμαγμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ρήμαγμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
няспраўнасць, няспраўнасьць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρήμαγμα
ρήμαγμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ρήμαγμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ρήγμα στα λευκορωσικά - расколіна, трэшчына, раскол, шчыліна
- ρήμα στα λευκορωσικά - дзеяслоў, глагол, глагол Адказаць
- ρήξη στα λευκορωσικά - разрыў, парыў
- ρήση στα λευκορωσικά - прымаўка, прыказка, прыгаворка
Τυχαίες λέξεις
Ρήμαγμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: няспраўнасць, няспраўнасьць
Μεταφράσεις: няспраўнасць, няспраўнасьць