Συμπλήρωμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συμπλήρωμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дадатак, дапаўненне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπλήρωμα
συμπλήρωμα ασβεστίου, συμπλήρωμα διατροφής, συμπλήρωμα c3, συμπλήρωμα ως προς 2, συμπλήρωμα διατροφής για αδυνάτισμα, συμπλήρωμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συμπλήρωμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συμπιεστής στα λευκορωσικά - кампрэсар
- συμπλέκομαι στα λευκορωσικά - бойка
- συμπληρωματικός στα λευκορωσικά - дадатковы, дадатковая, дадатковую
- συμπληρώνω στα λευκορωσικά - гібець, гібець у, весці, цягнуць, валачы
Τυχαίες λέξεις
Συμπλήρωμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дадатак, дапаўненне
Μεταφράσεις: дадатак, дапаўненне