Συνεργάσιμος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: συνεργάσιμος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кааператыў, каапэратыў
Συνεργάσιμος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεργάσιμος

συνεργάσιμος στα αγγλικά, συνεργάσιμος δανειολήπτης, συνεργάσιμος μετάφραση, συνεργάσιμος english, συνεργάσιμος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συνεργάσιμος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • συνεπώς στα λευκορωσικά - такім чынам, значыць, адпаведна
  • συνεργάζομαι στα λευκορωσικά - супрацоўнічаць
  • συνεργάτης στα λευκορωσικά - удзельнік, ўдзельнік
  • συνεργασία στα λευκορωσικά - супрацоўніцтва, супрацу
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάσιμος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кааператыў, каапэратыў