Συνεργάσιμος στα πολωνικά

Μετάφραση: συνεργάσιμος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uczynny, spółdzielnia, spółdzielczy, wspólny, pomocny, spółdzielni, spółdzielnię, do współpracy
Συνεργάσιμος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεργάσιμος

συνεργάσιμος στα αγγλικά, συνεργάσιμος δανειολήπτης, συνεργάσιμος μετάφραση, συνεργάσιμος english, συνεργάσιμος λεξικό γλώσσας πολωνικά, συνεργάσιμος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • συνεπώς στα πολωνικά - dlatego, więc, konsekwencji, w konsekwencji, związku z tym, tym idzie
  • συνεργάζομαι στα πολωνικά - skooperować, współdziałać, kooperować, pomagać, współpracować, współpracy, współpracują, ...
  • συνεργάτης στα πολωνικά - współpracownik, ofiarodawca, udziałowiec, wkład, czynnikiem, przyczynia, przyczynia się
  • συνεργασία στα πολωνικά - pomoc, partnerstwo, kolaboracja, współpraca, spółdzielczość, współudział, wspólnota, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάσιμος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: uczynny, spółdzielnia, spółdzielczy, wspólny, pomocny, spółdzielni, spółdzielnię, do współpracy