Συνεργάσιμος στα λιθουανικά

Μετάφραση: συνεργάσιμος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kooperatyvas, kooperatyvo, kooperatinė, kooperatinės
Συνεργάσιμος στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεργάσιμος

συνεργάσιμος στα αγγλικά, συνεργάσιμος δανειολήπτης, συνεργάσιμος μετάφραση, συνεργάσιμος english, συνεργάσιμος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συνεργάσιμος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • συνεπώς στα λιθουανικά - todėl, taigi, dėl to, atitinkamai
  • συνεργάζομαι στα λιθουανικά - bendradarbiauti, bendradarbiauja, bendradarbiaujame, bendradarbiautų, bendradarbiaus
  • συνεργάτης στα λιθουανικά - pagalbininkas, prisideda, veiksnys, prisidėjo, įnešėjas
  • συνεργασία στα λιθουανικά - bendradarbiavimas, bendradarbiavimo, bendradarbiavimą, bendradarbiauti, bendradarbiavimui
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάσιμος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kooperatyvas, kooperatyvo, kooperatinė, kooperatinės