Συνεργάσιμος στα ρουμανικά
Μετάφραση: συνεργάσιμος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
de cooperare, cooperativă, cooperative, cooperativ, cooperant
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεργάσιμος
συνεργάσιμος στα αγγλικά, συνεργάσιμος δανειολήπτης, συνεργάσιμος μετάφραση, συνεργάσιμος english, συνεργάσιμος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συνεργάσιμος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- συνεπώς στα ρουμανικά - prin urmare, în consecință
- συνεργάζομαι στα ρουμανικά - colabora, colaboreze, colaborează, să colaboreze, colaboram
- συνεργάτης στα ρουμανικά - colaborator, contribuie, contribuitor, contribuție, contribuabil
- συνεργασία στα ρουμανικά - cooperare, cooperarea, cooperării, de cooperare, colaborare
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάσιμος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: de cooperare, cooperativă, cooperative, cooperativ, cooperant
Μεταφράσεις: de cooperare, cooperativă, cooperative, cooperativ, cooperant