Συστολή στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συστολή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скарачэнне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συστολή
συστολή και διαστολή, συστολή και διαστολή υγρών, συστολή θρόμβου, συστολή ξήρανσης, συστολή αγγλίας, συστολή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συστολή στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συστατικός στα λευκορωσικά - складовай, састаўной, складовы, складанай, складальнікам
- συστοιχία στα λευκορωσικά - акумулятар
- συσφίγγω στα λευκορωσικά - абцугi, сціскаць, кампрэсію, сьціскаць
- συσχέτιση στα λευκορωσικά - карэляцыя
Τυχαίες λέξεις
Συστολή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: скарачэнне
Μεταφράσεις: скарачэнне