Συστολή στα ιταλικά

Μετάφραση: συστολή, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
limitazione, contrazione, la contrazione, di contrazione, contrazione del, contrazioni
Συστολή στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συστολή

συστολή και διαστολή, συστολή και διαστολή υγρών, συστολή θρόμβου, συστολή ξήρανσης, συστολή αγγλίας, συστολή λεξικό γλώσσας ιταλικά, συστολή στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • συστατικός στα ιταλικά - quota, parte, porzione, elemento, costituente, componente, componente di, ...
  • συστοιχία στα ιταλικά - mazzo, accumulatore, batteria, pila, grappolo, della batteria, batterie, ...
  • συσφίγγω στα ιταλικά - comprimere, restringere, costringere, constrict, costrizione
  • συσχέτιση στα ιταλικά - correlazione, concordanza, di correlazione, di concordanza, correlazioni
Τυχαίες λέξεις
Συστολή στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: limitazione, contrazione, la contrazione, di contrazione, contrazione del, contrazioni