Συστολή στα ρουμανικά
Μετάφραση: συστολή, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
contracție, contracția, contractie, contractia, contrac
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συστολή
συστολή και διαστολή, συστολή και διαστολή υγρών, συστολή θρόμβου, συστολή ξήρανσης, συστολή αγγλίας, συστολή λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συστολή στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- συστατικός στα ρουμανικά - parte, constitutiv, constituent, constitutiv de, element constitutiv, element constitutiv de
- συστοιχία στα ρουμανικά - baterie, mănunchi, acumulator, bateriei, a bateriei, bateria
- συσφίγγω στα ρουμανικά - contracta, a contracta, constrictia, constricția, constrict
- συσχέτιση στα ρουμανικά - corelație, corespondență, de corespondență, corelare, corelatie
Τυχαίες λέξεις
Συστολή στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: contracție, contracția, contractie, contractia, contrac
Μεταφράσεις: contracție, contracția, contractie, contractia, contrac