Τρύγημα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τρύγημα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
збор
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρύγημα
τρύγημα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τρύγημα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τρόπος στα λευκορωσικά - спосаб
- τρόφιμος στα λευκορωσικά - хворы, зняволены, вязень, зьняволены, заключаны, вязня
- τρύγος στα λευκορωσικά - жнива, вінаградная, вінаградны, вінаграднай, лаза, вінаграднаю
- τρύπα στα λευκορωσικά - адтуліну, адтуліна
Τυχαίες λέξεις
Τρύγημα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: збор
Μεταφράσεις: збор