Τρύγημα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τρύγημα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vintage, do vintage, clássica, vindima, vintage do
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρύγημα
τρύγημα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τρύγημα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τρόπος στα πορτογαλικά - humanidade, costume, forma, cera, encerar, mude, modo, ...
- τρόφιμος στα πορτογαλικά - ocupante, habitante, internado, inmate, recluso
- τρύγος στα πορτογαλικά - áspero, colheitas, ceifar, colheita, safra, colheita de, da colheita, ...
- τρύπα στα πορτογαλικά - buraco, vulcão, suporte, furo, abertura, goela, cavidade, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρύγημα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: vintage, do vintage, clássica, vindima, vintage do
Μεταφράσεις: vintage, do vintage, clássica, vindima, vintage do