Τρύγημα στα ουγγρικά

Μετάφραση: τρύγημα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szüret, évjárat, Veterán, vintage, szüreti
Τρύγημα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρύγημα

τρύγημα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τρύγημα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • τρόπος στα ουγγρικά - módszer, út, módon, módja, utat, úton
  • τρόφιμος στα ουγγρικά - bennlakó, rab, Inmate, Benntlakók, bentlakó
  • τρύγος στα ουγγρικά - betakarítás, szőlő, szőlőtőke, a szőlő, bor
  • τρύπα στα ουγγρικά - gyújtónyílás, vulkántorok, erély, robbantólyuk, vulkáncsatorna, furulyalyuk, gyújtólyuk, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρύγημα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szüret, évjárat, Veterán, vintage, szüreti