Τρύγημα στα ολλανδικά

Μετάφραση: τρύγημα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wijnoogst, vintage, uitstekende, De vintage, Het vintage
Τρύγημα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρύγημα

τρύγημα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τρύγημα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τρόπος στα ολλανδικά - wijs, wijze, gebruik, trant, gewoonte, manier, mode, ...
  • τρόφιμος στα ολλανδικά - gevangene, bewoner, medebewoner, Inmate, gedetineerde
  • τρύγος στα ολλανδικά - oogsten, gewas, oogst, opbrengst, wijnstok, wijnstokken, vine, ...
  • τρύπα στα ολλανδικά - groeve, gracht, groef, muil, ingevallen, hol, bek, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρύγημα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: wijnoogst, vintage, uitstekende, De vintage, Het vintage