Αιφνίδιος στα λιθουανικά

Μετάφραση: αιφνίδιος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
staigus, netikėtas, įžvalgus, staiga, staigaus, staigi, staigios
Αιφνίδιος στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιφνίδιος

αιφνίδιος θάνατος 13χρονης, αιφνίδιος θάνατος στα βρέφη, αιφνίδιος θάνατος αθλητών, αιφνίδιος θάνατος του ισχυρού μηντιάρχη, αιφνίδιος θάνατος εμβρύου, αιφνίδιος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αιφνίδιος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αιτώ στα λιθουανικά - reikėti, norėčiau, norėtų, norėtume, norite, norime
  • αιτών στα λιθουανικά - kandidatas, prašytojas, ieškovė, pareiškėjas, ieškovas
  • αιφνιδιαστικά στα λιθουανικά - nelauktai, netikėtai, netik, neįtikėtinai
  • αιχμάλωτος στα λιθουανικά - kalinys, belaisvis, nelaisvę, nelaisvėje, priklausoma, į nelaisvę
Τυχαίες λέξεις
Αιφνίδιος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: staigus, netikėtas, įžvalgus, staiga, staigaus, staigi, staigios