Αιφνίδιος στα ουκρανικά

Μετάφραση: αιφνίδιος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крутий, гострий, раптовий, дотепний, раптово, раптом, несподівано, зненацька, що раптово
Αιφνίδιος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιφνίδιος

αιφνίδιος θάνατος 13χρονης, αιφνίδιος θάνατος στα βρέφη, αιφνίδιος θάνατος αθλητών, αιφνίδιος θάνατος του ισχυρού μηντιάρχη, αιφνίδιος θάνατος εμβρύου, αιφνίδιος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αιφνίδιος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αιτώ στα ουκρανικά - прохач, хотів би просити
  • αιτών στα ουκρανικά - подавець, кандидат, претендент, прохач, заявник, заявника
  • αιφνιδιαστικά στα ουκρανικά - несподівано, раптом, зненацька, круто, неочікувано, раптово
  • αιχμάλωτος στα ουκρανικά - в'язень, захвалений, військовополонений, бранець, полонений, полонених, пленник
Τυχαίες λέξεις
Αιφνίδιος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: крутий, гострий, раптовий, дотепний, раптово, раптом, несподівано, зненацька, що раптово