Αναψυχή στα λιθουανικά
Μετάφραση: αναψυχή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pramoga, poilsis, poilsio, rekreacijos, laisvalaikio, poilsio organizavimo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναψυχή
αναψυχή συνωνυμα, αναψυχή στο δάσος, αναψυχή ορισμός, αναψυχή συνωνυμο, αναψυχή βικιπαιδεια, αναψυχή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αναψυχή στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αναχρονιστικός στα λιθουανικά - anachroninis, anachroniška, anachroniškas, Anachroniczny, anachronistinis
- αναχώρηση στα λιθουανικά - išvykimas, išvykimo, nukrypimas, išvykimą, apie nukrypimą
- ανεβάζω στα λιθουανικά - push up, didina, stumti, pakelti
- ανεβαίνω στα λιθουανικά - užlipti, kalnas, lipti, laipioti, kopimas, kopti
Τυχαίες λέξεις
Αναψυχή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pramoga, poilsis, poilsio, rekreacijos, laisvalaikio, poilsio organizavimo
Μεταφράσεις: pramoga, poilsis, poilsio, rekreacijos, laisvalaikio, poilsio organizavimo