Αυλικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: αυλικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dvariškis, Dworzanin, Galminieks, Adorator, Dworek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυλικός
αυλικόσ συνώνυμα, αυλικός λεξικό, αυλικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αυλικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αυλακώνω στα λιθουανικά - vaga, vagos, išvagoti, griovelis, gili raukšlė
- αυλητής στα λιθουανικά - Piper, dūdmaišininkas, Kobziarz, Fajfer, Dudziarz
- αυλόπορτα στα λιθουανικά - vartai, Gate, vartų, loginio elemento, loginių elementų
- αυλός στα λιθουανικά - fleita, vamzdis, pypkė, vamzdynas, fleitai, flute, fleitos, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυλικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: dvariškis, Dworzanin, Galminieks, Adorator, Dworek
Μεταφράσεις: dvariškis, Dworzanin, Galminieks, Adorator, Dworek