Αυλικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αυλικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cortesão, courtier, cortesã, bajulador
Αυλικός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυλικός

αυλικόσ συνώνυμα, αυλικός λεξικό, αυλικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αυλικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αυλακώνω στα πορτογαλικά - encaixar, gemido, sulco, furrow, sulco de, por sulco, do sulco
  • αυλητής στα πορτογαλικά - tocador de flauta, Piper, gaiteiro, flautista, gaiteiro da
  • αυλόπορτα στα πορτογαλικά - gasolina, porta, portão, portão de, gate, porta de
  • αυλός στα πορτογαλικά - tubagem, líquido, pioneiro, cachimbo, tubulação, canudo, tubo, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυλικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cortesão, courtier, cortesã, bajulador