Αυλικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: αυλικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підлесник, придворний
Αυλικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυλικός

αυλικόσ συνώνυμα, αυλικός λεξικό, αυλικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αυλικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αυλακώνω στα ουκρανικά - виїмка, паз, рутина, гузка, жолобок, борозна, рез, ...
  • αυλητής στα ουκρανικά - флейтист, волинщик
  • αυλόπορτα στα ουκρανικά - брама, ворота
  • αυλός στα ουκρανικά - плата, флейта, флейтист, свистіти
Τυχαίες λέξεις
Αυλικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: підлесник, придворний