Δίνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: δίνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rašysena, aukoti, ranka, duoti, suteikti, pateikti, suteikia, suteiks
Δίνω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δίνω

δίνω λαβή, δίνω συνώνυμα, δίνω το παρόν μου, δίνω το παρόν, δίνω κλίση, δίνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δίνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δίλημμα στα λιθουανικά - dilema, dilemą, dilemos, Iškyla dilema
  • δίνη στα λιθουανικά - sūkurys, sūkurinis, sūkurio, sūkurinės, sūkurinius
  • δίοδος στα λιθουανικά - ištrauka, perėjimas, praėjimas, kanalas, pasažas
  • δίπλα στα λιθουανικά - šalia, prie, be, greta, ties
Τυχαίες λέξεις
Δίνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rašysena, aukoti, ranka, duoti, suteikti, pateikti, suteikia, suteiks