Δημεύω στα λιθουανικά

Μετάφραση: δημεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
konfiskuoti, konfiskuoja, konfiskuotas, konfiskavimo, konfiskuojamos
Δημεύω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δημεύω

δημεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δημεύω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δηλητηριώδης στα λιθουανικά - nuodingas, nuodingos, nuodingi, nuodinga
  • δηλώνω στα λιθουανικά - skelbti, deklaruoti, paskelbti, pripažinti, pareikšti, deklaruoja
  • δημητριακά στα λιθουανικά - javai, lašas, grūdai, javų, grūdų, grūdinės kultūros
  • δημητριακό στα λιθουανικά - javai, grūdai, grūdų, javų, cereal
Τυχαίες λέξεις
Δημεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: konfiskuoti, konfiskuoja, konfiskuotas, konfiskavimo, konfiskuojamos