Εναντιώνομαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: εναντιώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
prieštarauti, priešintis, nepritarti, priešinasi, pasipriešinti
Εναντιώνομαι στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εναντιώνομαι

εναντιώνομαι στα αγγλικα, εναντιώνομαι συνώνυμο, εναντιώνομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εναντιώνομαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εναλλακτικός στα λιθουανικά - alternatyva, alternatyvus, alternatyvi, alternatyvų, alternatyvą
  • εναντίον στα λιθουανικά - prieš, nuo, su, dėl, atžvilgiu
  • εναργής στα λιθουανικά - aiškus, giedras, aiškiai, suprantamas, paprastas, švarus, neabejotinas, ...
  • εναρμονίζω στα λιθουανικά - suderinti, derinti, suvienodinti, harmonizuoti, suderintos
Τυχαίες λέξεις
Εναντιώνομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: prieštarauti, priešintis, nepritarti, priešinasi, pasipriešinti