Εναντιώνομαι στα νορβηγικά

Μετάφραση: εναντιώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
motsette, motsette seg, motsetter, imot, motsetter seg
Εναντιώνομαι στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εναντιώνομαι

εναντιώνομαι στα αγγλικα, εναντιώνομαι συνώνυμο, εναντιώνομαι λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εναντιώνομαι στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • εναλλακτικός στα νορβηγικά - alternativ, alternative, alternativet, alternativt
  • εναντίον στα νορβηγικά - imot, mot
  • εναργής στα νορβηγικά - tydelig, åpenbar, innlysende, øyensynlig, klar, levende, livlig, ...
  • εναρμονίζω στα νορβηγικά - harmon, harmonisere, harmonere, harmonerer, harmonisering
Τυχαίες λέξεις
Εναντιώνομαι στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: motsette, motsette seg, motsetter, imot, motsetter seg