Ενιαίος στα λιθουανικά

Μετάφραση: ενιαίος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
uniforma, vieningas, Jungtinė, vieninga, Jungtinės Amerikos, vieningi
Ενιαίος στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενιαίος

ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης, ενιαίος φόρος ακινήτων 2014, ενιαίος αριθμός μητρώου οαεε, ενιαίος πίνακας προσδιορισμού ποσοστού αναπηρίας, ενιαίος φορέας εξωστρέφειας, ενιαίος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ενιαίος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ενθουσιώδης στα λιθουανικά - karštas, entuziastingas, entuziastingai, entuziastingi, entuziazmo, entuziastinga
  • ενθύμιο στα λιθουανικά - suvenyras, atminimas, Memento, atminimo dovana, atminai
  • ενικός στα λιθουανικά - vienaskaitos, Nepaprasti nuotykiai ir keisčiausi, vienaskaita, Nepaprasti nuotykiai ir
  • ενισχυτής στα λιθουανικά - stiprintuvas, stiprintuvo, vairo, amplifier, stiprintuvai
Τυχαίες λέξεις
Ενιαίος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: uniforma, vieningas, Jungtinė, vieninga, Jungtinės Amerikos, vieningi