Ενιαίος στα τούρκικα
Μετάφραση: ενιαίος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
birleşik, Amerika Birleşik, birleşmiş, united, birleşik bir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενιαίος
ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης, ενιαίος φόρος ακινήτων 2014, ενιαίος αριθμός μητρώου οαεε, ενιαίος πίνακας προσδιορισμού ποσοστού αναπηρίας, ενιαίος φορέας εξωστρέφειας, ενιαίος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ενιαίος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ενθουσιώδης στα τούρκικα - parlak, hevesli, coşkulu, istekli, heyecanlı, hevesli bir
- ενθύμιο στα τούρκικα - hatıra, memento, yadigâr, hatırası, yadigarı
- ενικός στα τούρκικα - acayip, tekil, tek, tekil bir, singular
- ενισχυτής στα τούρκικα - amplifikatör, amplifikatörü, yükseltici, yükselteç, kuvvetlendirici
Τυχαίες λέξεις
Ενιαίος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: birleşik, Amerika Birleşik, birleşmiş, united, birleşik bir
Μεταφράσεις: birleşik, Amerika Birleşik, birleşmiş, united, birleşik bir