Ευπαθής στα λιθουανικά
Μετάφραση: ευπαθής, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
silpnas, silpnų, silpnų žmonių, silpni
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευπαθής
ευπαθήσ κοινωνικέσ ομάδεσ, ευπαθής συνώνυμο, ευπαθής ομάδες, ευπαθής λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ευπαθής στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ευοίωνος στα λιθουανικά - laimingas, palankus, Katmandu, sėkmę žadanti, džiuginantys
- ευπάθεια στα λιθουανικά - pažeidžiamumas, Luka, pažeidžiamumą, pažeidžiamas, pažeidžiamumo
- ευπαρουσίαστος στα λιθουανικά - gražus, Przystojny, patrauklia išvaizda, geros išvaizdos, Patraukli
- ευπρέπεια στα λιθουανικά - padorumas, padorumo, padorumą, gera elgsena
Τυχαίες λέξεις
Ευπαθής στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: silpnas, silpnų, silpnų žmonių, silpni
Μεταφράσεις: silpnas, silpnų, silpnų žmonių, silpni