Ευπαθής στα ουγγρικά
Μετάφραση: ευπαθής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
képes, hajlamos, törékeny, gyenge, legyengült, esendő, gyenge egészségű
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευπαθής
ευπαθήσ κοινωνικέσ ομάδεσ, ευπαθής συνώνυμο, ευπαθής ομάδες, ευπαθής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ευπαθής στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ευοίωνος στα ουγγρικά - kedvező, szerencsés, áldásos, auspicious, kedvezõ
- ευπάθεια στα ουγγρικά - sebezhetőség, biztonsági rése, biztonsági résének, sérülékenység, Sebezhetőségi
- ευπαρουσίαστος στα ουγγρικά - csinos, külsejű, personable, a csinos, kellemes külsejű
- ευπρέπεια στα ουγγρικά - dekórum, tisztesség, illem, a tisztesség, annyi tisztesség, a tisztességességet
Τυχαίες λέξεις
Ευπαθής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: képes, hajlamos, törékeny, gyenge, legyengült, esendő, gyenge egészségű
Μεταφράσεις: képes, hajlamos, törékeny, gyenge, legyengült, esendő, gyenge egészségű