Ευπαθής στα τούρκικα

Μετάφραση: ευπαθής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çelimsiz, zayıf, kırılgan, güçsüz, narin
Ευπαθής στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευπαθής

ευπαθήσ κοινωνικέσ ομάδεσ, ευπαθής συνώνυμο, ευπαθής ομάδες, ευπαθής λεξικό γλώσσας τούρκικα, ευπαθής στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ευοίωνος στα τούρκικα - hayırlı, uğurlu, hayırlı bir, kutlu, uğurlu bir
  • ευπάθεια στα τούρκικα - Güvenlik Açığı, Açığı, Güvenlik Açığının, Vulnerability
  • ευπαρουσίαστος στα τούρκικα - yakışıklı, Cana, yakışıklı bir
  • ευπρέπεια στα τούρκικα - edep, terbiye, decency, nezaket, nezaketine
Τυχαίες λέξεις
Ευπαθής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çelimsiz, zayıf, kırılgan, güçsüz, narin