Ισημερινός στα λιθουανικά
Μετάφραση: ισημερινός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ekvatorius, pusiaujas, pusiaujo, equator
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισημερινός
ισημερινός χρέος, ουράνιοσ ισημερινόσ, ισημερινός κλίμα, ισημερινός και δντ, ισημερινός δντ, ισημερινός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ισημερινός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ιπτάμενος στα λιθουανικά - skrydis, reisas, skraidantis, plaukioja, skraidina, plaukiojantiems, plaukiojančių
- ισημερία στα λιθουανικά - lygiadienis, Equinox, lygiadienio, ekvinokcija
- ισιώνω στα λιθουανικά - ištiesinti, ištieskite, tiesinti, tiesinant, atsitiesti
- ισοδύναμος στα λιθουανικά - lygiavertis, ekvivalentas, lygiavertė, lygiaverčiai, lygiavertės
Τυχαίες λέξεις
Ισημερινός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: ekvatorius, pusiaujas, pusiaujo, equator
Μεταφράσεις: ekvatorius, pusiaujas, pusiaujo, equator