Ισημερινός στα ισπανικά
Μετάφραση: ισημερινός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ecuador, línea ecuatorial, ecuatorial, el ecuador
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισημερινός
ισημερινός χρέος, ουράνιοσ ισημερινόσ, ισημερινός κλίμα, ισημερινός και δντ, ισημερινός δντ, ισημερινός λεξικό γλώσσας ισπανικά, ισημερινός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- ιπτάμενος στα ισπανικά - vuelo, volador, volar, para volar, vuelan
- ισημερία στα ισπανικά - equinoccio, equinoccio de, equinox, el equinoccio, del equinoccio
- ισιώνω στα ισπανικά - allanar, aplastar, enderezar, enderezarse, enderece, arreglar, estirar
- ισοδύναμος στα ισπανικά - equivalente, equivalentes, equivale, equivalente de, equivalente a
Τυχαίες λέξεις
Ισημερινός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: ecuador, línea ecuatorial, ecuatorial, el ecuador
Μεταφράσεις: ecuador, línea ecuatorial, ecuatorial, el ecuador