Ισημερινός στα ολλανδικά
Μετάφραση: ισημερινός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
evennachtslijn, equator, evenaar, de evenaar, evenaar van
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισημερινός
ισημερινός χρέος, ουράνιοσ ισημερινόσ, ισημερινός κλίμα, ισημερινός και δντ, ισημερινός δντ, ισημερινός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ισημερινός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ιπτάμενος στα ολλανδικά - zwerm, vliegend, vliegen, die, vliegende, die vliegen
- ισημερία στα ολλανδικά - nachtevening, evening, Equinox, van Equinox
- ισιώνω στα ολλανδικά - ontkrullen, strekken, recht maken, recht, rechtzetten
- ισοδύναμος στα ολλανδικά - equivalent, gelijkwaardig, gelijkwaardige, gelijk, gelijke
Τυχαίες λέξεις
Ισημερινός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: evennachtslijn, equator, evenaar, de evenaar, evenaar van
Μεταφράσεις: evennachtslijn, equator, evenaar, de evenaar, evenaar van