Ισημερινός στα φινλανδικά

Μετάφραση: ισημερινός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
päiväntasaaja, päiväntasaajan, päiväntasaajaa, päiväntasaajalla, päiväntasaajalta
Ισημερινός στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισημερινός

ισημερινός χρέος, ουράνιοσ ισημερινόσ, ισημερινός κλίμα, ισημερινός και δντ, ισημερινός δντ, ισημερινός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ισημερινός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ιπτάμενος στα φινλανδικά - liehuva, lentäminen, lentokykyinen, lentävä, lentävät, jotka lentävät, alla purjehtivien
  • ισημερία στα φινλανδικά - päiväntasaus, Equinox, tasauksen, Equinoxin
  • ισιώνω στα φινλανδικά - lytätä, litistää, lytistää, suoristaa, suorista, suoristamaan, oikaista, ...
  • ισοδύναμος στα φινλανδικά - samanarvoinen, yhtäpitävä, verrattava, vastaava, yhtä, vastaavat, vastaa, ...
Τυχαίες λέξεις
Ισημερινός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: päiväntasaaja, päiväntasaajan, päiväntasaajaa, päiväntasaajalla, päiväntasaajalta