Κλέβω στα λιθουανικά

Μετάφραση: κλέβω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
areštas, pavogti, vogti, Zagt, Kraść, Podkradać
Κλέβω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλέβω

κλέβω εκκλησία, κλέβω στα αγγλικά, κλέβω internet, κόβω κλίση, κλέβω ονειροκρίτης, κλέβω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κλέβω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • κλάσμα στα λιθουανικά - trupmena, frakcija, dalis, frakcijos, frakciją
  • κλάψιμο στα λιθουανικά - klapsimo
  • κλήμα στα λιθουανικά - vynmedis, vynuogių, vynmedžių, vine, vynuogės
  • κλήρος στα λιθουανικά - įnašas, akcija, dvasininkai, dvasininkija, kunigai, dvasininkų, dvasininkus
Τυχαίες λέξεις
Κλέβω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: areštas, pavogti, vogti, Zagt, Kraść, Podkradać