Κλέβω στα ουγγρικά

Μετάφραση: κλέβω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csipet, becsípés, lopás, telérelvékonyodás, lop, tolvajkodik
Κλέβω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλέβω

κλέβω εκκλησία, κλέβω στα αγγλικά, κλέβω internet, κόβω κλίση, κλέβω ονειροκρίτης, κλέβω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κλέβω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κλάσμα στα ουγγρικά - törtrész, frakció, törtszám, tört, részpárlat, töredék, frakciót, ...
  • κλάψιμο στα ουγγρικά - kiáltó, síró, klapsimo
  • κλήμα στα ουγγρικά - szőlőtőke, szőlő, a szőlő, bor
  • κλήρος στα ουγγρικά - árutétel, veteményeskert, kvóta, osztályrész, kiosztás, juttatás, klérus, ...
Τυχαίες λέξεις
Κλέβω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: csipet, becsípés, lopás, telérelvékonyodás, lop, tolvajkodik