Χειρουργικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: χειρουργικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
chirurginis, chirurginė, chirurgijos, chirurginės, chirurginio
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χειρουργικός
χειρουργικός ευνουχισμός, χειρουργικός ιματισμός, χειρουργικός κόμπος, χειρουργικός φωτισμός, χειρουργικός προβολέας, χειρουργικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, χειρουργικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- χειροτονία στα λιθουανικά - rūšis, rangas, tvarka, šventimai, koordinavimas, koordinavimo, koordinavimą, ...
- χειροτονώ στα λιθουανικά - įšventinti, šventinti, paskirsiu, paskirtum, įšventinsiu
- χειρουργός στα λιθουανικά - chirurgas, gydytojas, gydytojo, chirurgai, surgeon
- χελιδόνι στα λιθουανικά - ryti, kregždė, nuryti, praryti, nurykite
Τυχαίες λέξεις
Χειρουργικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: chirurginis, chirurginė, chirurgijos, chirurginės, chirurginio
Μεταφράσεις: chirurginis, chirurginė, chirurgijos, chirurginės, chirurginio