Χειρουργικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: χειρουργικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хірургічний
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χειρουργικός
χειρουργικός ευνουχισμός, χειρουργικός ιματισμός, χειρουργικός κόμπος, χειρουργικός φωτισμός, χειρουργικός προβολέας, χειρουργικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, χειρουργικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- χειροτονία στα ουκρανικά - висвячування, класифікація, рукопокладення, свячення, висвячення, рукоположення, рукопокладання
- χειροτονώ στα ουκρανικά - призначати, зумовлювати, призначити, наказувати, визначати, зумовлюватиме, визначатиме, ...
- χειρουργός στα ουκρανικά - військовий, хірург, воєнний, хирург
- χελιδόνι στα ουκρανικά - пелька, ковтати, проковтувати, ковток, глотка, пити
Τυχαίες λέξεις
Χειρουργικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хірургічний
Μεταφράσεις: хірургічний