Χρήστης στα λιθουανικά
Μετάφραση: χρήστης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vartotojas, vartotojo, naudoti, naudotojas, vartotojui
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρήστης
χρήστης ορισμός, χρήστης diu, χρήστης του facebook, χρήστης ναρκωτικών, χρήστης συνώνυμα, χρήστης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, χρήστης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- χρήση στα λιθουανικά - įprotis, tikslas, naudoti, įpratimas, paprotys, naudojimas, naudojimą, ...
- χρήσιμος στα λιθουανικά - naudingas, Naudinga, naudingi, naudingos
- χρίσμα στα λιθουανικά - tepalas, patepimas, saldumas, lipšnumas, Namaszczenie
- χρίω στα λιθουανικά - užlieti, pasrūti, Pārplūdināt, Piltis ašaros, Pirmumą rumieńcem
Τυχαίες λέξεις
Χρήστης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vartotojas, vartotojo, naudoti, naudotojas, vartotojui
Μεταφράσεις: vartotojas, vartotojo, naudoti, naudotojas, vartotojui