Χρήστης στα τούρκικα
Μετάφραση: χρήστης, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kullanıcı, kullanım, kullanıcının, el, kullnım
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρήστης
χρήστης ορισμός, χρήστης diu, χρήστης του facebook, χρήστης ναρκωτικών, χρήστης συνώνυμα, χρήστης λεξικό γλώσσας τούρκικα, χρήστης στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- χρήση στα τούρκικα - uygulama, kullanış, niyet, alışkanlık, gelenek, adet, fonksiyon, ...
- χρήσιμος στα τούρκικα - yararlı, faydalı, kullanışlı, yararlıdır, yararlı bir
- χρίσμα στα τούρκικα - bellenme, merhem, unction, İşlevin, kutsal yağ, sahte yakınlık
- χρίω στα τούρκικα - kaplamak, bürümek, yayılmak, üzerine yayılmak, saklamak
Τυχαίες λέξεις
Χρήστης στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kullanıcı, kullanım, kullanıcının, el, kullnım
Μεταφράσεις: kullanıcı, kullanım, kullanıcının, el, kullnım