Απελευθερώνω στα νορβηγικά
Μετάφραση: απελευθερώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
frigjøre, befri, frigjør, frigi, å frigjøre
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απελευθερώνω
απελευθερώνω συνώνυμα, απελευθερώνω μετάφραση, απελευθερώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, απελευθερώνω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- απειρία στα νορβηγικά - uerfarenhet, inexperience, uerfarne, den uerfarne, manglende erfaring
- απελαύνω στα νορβηγικά - ekskludere, utvise, fordrive, å utvise, drive ut, utstøte
- απελπισμένος στα νορβηγικά - desperat, håpløs, håpløst, håpløse, uten håp, håpløst ut
- απενεργοποιώ στα νορβηγικά - deaktivere, deaktiverer, deaktiver, deaktiverer du, du deaktivere
Τυχαίες λέξεις
Απελευθερώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: frigjøre, befri, frigjør, frigi, å frigjøre
Μεταφράσεις: frigjøre, befri, frigjør, frigi, å frigjøre