Απελευθερώνω στα τούρκικα

Μετάφραση: απελευθερώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kurtarmak, serbest, özgürleştirmek, çıkmasına, açığa
Απελευθερώνω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απελευθερώνω

απελευθερώνω συνώνυμα, απελευθερώνω μετάφραση, απελευθερώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, απελευθερώνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • απειρία στα τούρκικα - deneyimsizlik, acemilik, deneyimsizliği, cahillik, tecrübesizlik
  • απελαύνω στα τούρκικα - kovmak, çıkarmak, sınırdışı, sınır dışı, ihraç
  • απελπισμένος στα τούρκικα - umutsuz, ümitsiz, umutsuz bir, çaresiz, hopeless
  • απενεργοποιώ στα τούρκικα - sakatlamak, devre dışı, devre dışı bırakmak, kaldırmak, devre dışı bırakın, devre dışı bırakma
Τυχαίες λέξεις
Απελευθερώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kurtarmak, serbest, özgürleştirmek, çıkmasına, açığa